(Προδημοσίευση κεφαλαίου, του προς έκδοσιν βιβλίου μας: «Ο Ιησούς της φαντασίας και ο Χριστός της Εκκλησίας»)

του Μιχαήλ Χούλη, θεολόγου

……….. ‘Συγνώμη παιδιά, αν άργησα λίγο’, έκανε λαχανιασμένος, όσο ανέβαινε γοργά τα επίπεδα της νέας αμφιθεατρικής αίθουσας του Πανεπιστημίου, ο καθηγητής της Σύγχρονης Θρησκευτικής Ιστορίας, κ. Ευάγγελος Αληθινός. ‘Σε τι μπορώ να σας εξυπηρετήσω;’ είπε χαμηλόφωνα στην πενταμελή ομάδα των φοιτητών που είχε μπροστά του.

‘κ. καθηγητά’, του απάντησε γρήγορα η Μαρία, ‘όπως σας εξήγησα στο τηλέφωνο, είμαστε μια ομάδα συνεργαζόμενων φοιτητών διαφορετικών ειδικοτήτων, που διαλέξαμε την εργασία ‘Ο ΙΗΣΟΥΣ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ’, στα πλαίσια της διαθεματικής άσκησης που επέτρεψε το Υπουργείο Παιδείας. Συγνώμη που σας αναγκάσαμε να διακόψετε το επιστημονικό σας έργο, αλλά θα εκτιμήσουμε τη βοήθειά σας’.

        Ο 50άρης καθηγητής είχε ειδικευτεί στην προτεσταντική σύγχρονη διανόηση και η εργασία του με τίτλο ‘ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΒΙΟΙ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ’ είχε γίνει διεθνώς αποδεκτή …………

‘Παιδιά, όπως σας είπα, είμαι στη διάθεσή σας’, απάντησε στρέφοντας το πρόσωπό του σε όλους.  ‘Χαίρομαι να εξυπηρετώ τους φοιτητές μας και να μεταδίδω όσο μπορώ κάποιες από τις γνώσεις μου. Γι’ αυτό έγινα άλλωστε και καθηγητής’, είπε μισογελώντας. Καθίστε παρακαλώ σ’ αυτά εδώ τα τελευταία καθίσματα της αίθουσας για να συζητήσουμε ό,τι θέλετε.   

κ. καθηγητά, του είπε παίρνοντας το λόγο ο Πέτρος, φοιτητής Θεολογίας, μετά την πρώτη ημίλεπτη αμηχανία: Είναι αλήθεια ότι από το 18ο και 19ο αιώνα, αλλά μέχρι και σήμερα, έχουν γραφτεί πολλοί ‘Βίοι του Ιησού’, από διαπρεπείς κατά τα άλλα επιστήμονες, που προσπαθούν όμως να συμπληρώσουν και να διορθώσουν την ίδια την Καινή Διαθήκη (Κ.Δ.);

Έχετε δίκιο, απάντησε ο καθηγητής. Η εισαγωγή πάντως συμπληρωματικών γνώσεων στα κείμενα της Κ.Δ., πέρα από τα όσα η ίδια αναγράφει, είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι, που ανέλαβε η ορθολογιστική κριτική του βίου του Ιησού τον 18ο και 19ο αιώνα. Πολλοί συγγραφείς και στοχαστές τότε, εισήγαγαν μυθιστορηματικούς βίους του Ιησού, με βάση το δικό τους φανταστικό ιδεώδες και τη δική τους a priori απιστία. Έχοντας διακόψει, ή αρνούμενοι να αρχίσουν μια σχέση με την Ερμηνευτική Θεολογία της Εκκλησίας, πολλοί ορθολογιστές και διανοούμενοι ερευνητές των Ευαγγελίων, κάτοχοι ανεγνωρισμένων φιλολογικών και φιλοσοφικών διπλωμάτων, προσπάθησαν να ερμηνεύσουν τα περί του Χριστού αρνούμενοι αυθαίρετα το υπερφυσικό στοιχείο στα Ευαγγέλια ή τοποθετώντας το στη σφαίρα του μύθου, ή θεωρώντας το μεταγενέστερη προσθήκη της εκκλησιαστικής κοινότητας. Κάποιοι απ’ αυτούς αναγνωρίζουν στον Ιησού αυτοσυνειδησία Μεσσία και άλλοι αρνούνται ότι είχε αρχικά τέτοια άποψη για τον εαυτό του. Κάποιοι πιστεύουν ότι ο ίδιος θεωρεί τον εαυτόν του Υιό του Θεού και άλλοι λένε ότι ο Χριστός προετοίμαζε τον δρόμο για τον αυθεντικό ‘Υιό του Θεού’, που θα εμφανιζόταν πριν το τέλος της γενιάς του Ιησού.

κ. καθηγητά, να μιλήσουμε αρχικά για τον Reimarus; επενέβη η Γιάννα, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής. Έχουμε διαβάσει γι’ αυτόν ως την πρώτη ιστορικά ορθολογιστική προσπάθεια ερμηνείας του προσώπου του Ιησού.

Πολύ σωστά! απάντησε κοφτά και κάπως υψηλόφωνα ο διδάκτορας. Οι πληροφορίες που θα σας δώσω για την ενότητα που εξετάζουμε, συνέχισε, βασίζονται στον Albert Schweitzer και στο βιβλίο του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΟΥ ΒΙΟΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ», εκδόσεις ‘Αρτος Ζωής’, Αθ. 1982. Τα σχόλια βέβαια θα είναι δικά μου. Για τον καθηγητή ανατολικών γλωσσών στο Αμβούργο του 18ου αιώνα, Reimarus, ο Ιησούς θέλησε να γιγαντώσει ένα λαϊκό κίνημα κατά του κατεστημένου των Φαρισαίων και αρχιερέων. Γι’ αυτό και μπήκε στα Ιεροσόλυμα πάνω σε ένα γαϊδουράκι ως Μεσσίας, μιλούσε ανοιχτά εναντίον τους και έστελνε τους μαθητές του να κηρύττουν στις πόλεις του Ισραήλ. Το σχέδιό του δεν πέτυχε και τον εγκατέλειψε ο Θεός στον σταυρό. Θέλησε να ελευθερώσει τους Ιουδαίους από την καταδυνάστευση και να ιδρύσει μια παγκόσμια βασιλεία, αλλά δεν το κατάφερε. Για να συνεχίσουν οι μαθητές του το έργο του, μετά το θάνατό του, έκλεψαν το σώμα του Ιησού και διέδωσαν την ανάστασή του και την σύντομη επάνοδό του. Για να γίνουν πιστευτοί, παρουσίασαν ακόμη ότι εκπληρώθηκαν οι προφητείες και τα λόγια του όσο ζούσε. Έτσι δημιούργησαν τεχνητές ιστορίες για τη ζωή και τα έργα του ώστε να παραπλανήσουν το λαό. Είναι εύκολο βέβαια να λέει κανείς ό,τι θέλει, αν δεν έχει υπόβαθρο θεολογικό και προσπαθεί με τη φαντασία του να καλύψει ή αρνηθεί τις ευαγγελικές διηγήσεις.

Πραγματικά θαύματα ο Χριστός, σύμφωνα με τον  Reimarus, δεν έκανε, έτσι δεν είναι; ρώτησε ο Δημήτρης, τριτοετής φοιτητής του Αρχαιολογικού Τμήματος. Μάλιστα ξέρω, συνέχισε, ότι δεν πίστευε πως ο Χριστός είχε προαναγγείλει το πάθος του στους μαθητές του. 

Μας εσείς είσαστε διαβασμένοι, έκανε γελώντας ο πανεπιστημιακός. Πράγματι έτσι είναι, είπε. Πιστεύει ότι τα θαύματα στα Ευαγγέλια είναι συνταίριασμα στο πρόσωπο του Ιησού των ιστοριών από την Παλαιά Διαθήκη, που δείχνουν δύναμη εκ Θεού. Και αρνείται ο Reimarus όλα τα πραγματοποιηθέντα θαύματα από τον Χριστό, γιατί γι’ αυτόν θα έπρεπε να είχαν πείσει τον λαό που δεν θα ζητούσε πλέον και συνεχώς ‘σημεία’. Ωστόσο, το ότι έβλεπαν στον Χριστό ‘τέρατα και σημεία’, όσα ποτέ δεν είδαν στη ζωή τους ούτε οι γεροντότεροι από τους Ιουδαίους, οδηγούσε πολλούς στο να δεχτούν την μεσσιανική του ιδιότητα. Και επειδή αυτό δεν ήταν κάτι απλό, αλλά η εκπλήρωση των πιο ενδόμυχων πόθων τους, απαιτούσε πλήρη επαλήθευση. Να γιατί ζητούσαν ‘σημεία και θαύματα’ συνεχώς. Ώστε να πειστούν απολύτως και να μην αμφιβάλουν, αφού θα έστρεφαν τις ελπίδες τους προς αυτόν. Ισχυρίζεται ακόμη ο Reimarus ότι για τον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο ίδιος ο Ιησούς δεν είχε πει ούτε λέξη στους μαθητές του, ότι δεν τους είχε προειδοποιήσει. Αλλιώς, λέει, δεν θα δείλιαζαν και δεν θα τον είχαν εγκαταλείψει όλοι, αφού συνέβησαν τα γεγονότα. Επομένως, συνεχίζει, οι υποτιθέμενες προρρήσεις του Ιησού για τον σταυρικό του θάνατο μπήκαν αργότερα στα Ευαγγέλια, για να εμφανίσουν οι χριστιανοί ότι ο Χριστός ήξερε από πριν τι θα συνέβαινε. Ξεχνά όμως ο εν λόγω ερευνητής πόσο αδύναμη είναι η ανθρώπινη φύση. Πόσο δειλιάζει ο άνθρωπος μπροστά στην επαπειλούμενη εξόντωσή του και πόσο οπισθοχωρεί μπροστά στο χαμό του. Αυτό συνέβη και στους μαθητές Του, μόλις συνελήφθη ο Χριστός. Ακόμη περισσότερο, όταν οι μαθητές του Κυρίου δεν είχαν ενωθεί με την άκτιστη Χάρη του Θεού (αυτό συνέβη κατά την Πεντηκοστή), που τους ανέδειξε άφοβους μάρτυρες της Αναστάσεως. Εξάλλου, και ο Χριστός, ως άνθρωπος, δείλιασε και έκλαψε μπροστά στα αναμενόμενα μαρτύριά του και το θάνατό του.

Τοποθέτησαν λοιπόν οι περισσότεροι από τους προτεστάντες και μη, ορθολογιστές φιλελεύθεροι ερευνητές, τη λογική στη θέση της νέας θεότητας που έπρεπε να προσκυνούν και αρνήθηκαν ο καθένας όσα κατά τη γνώμη του δεν ταιριάζουν στην ιστορικότητα των διηγήσεων. Φυσικά, ιστορία γι’ αυτούς σήμαινε αποβολή θαυμάτων, προφητειών, Μεταμόρφωσης, Πεντηκοστής, Ανάστασης και εμφανίσεων του Αναστάντος. Και γιατί δεν μπορεί άραγε όποτε θέλει ο Θεός να πραγματοποιεί θαύματα μέσα στην ιστορία, να αποκαλύπτεται, να εκπληρώνει στο πρόσωπο του Χριστού τις προφητείες για το Μεσσία, να ανασταίνει τον ‘Υιόν του Ανθρώπου’ και να σώζει με το Άγιό του Πνεύμα; Δεν μπορεί να το κάνει αυτό ο Θεός, απαντάνε οι φιλελεύθεροι ιστορικοί, γιατί, απλούστατα, θαύματα και αναστάσεις δεν γίνονται! Πάει και τελείωσε! Και αυτό το θεωρούν επιστημονική εξήγηση, άσχετα αν είναι άκρως υποκειμενική και εσφαλμένη. Θέτουν τον Θεό στα άκρα, εντελώς μακριά από τα ανθρώπινα προβλήματα και τις καθημερινές ανάγκες μας και τον εξορίζουν από κάθε ιστορική παρέμβαση. Γιατί πιστεύουν σε ένα Θεό του Δεϊσμού, της απόστασης, της ψυχρότητας και της μη ανάμειξης στη ζωή μας. Αυτός όμως δεν είναι ο Θεός του Ιησού Χριστού, αλλά δικό τους κατασκεύασμα.  

Στη συνέχεια, ο Κώστας, φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής, ρώτησε  τον κ. Αληθινό για τον Bahrdt και για το μυθιστόρημα φαντασίας του. Ο καθηγητής τού απάντησε ως εξής:

Ο Bahrdt  ξεκίνησε ως έκτακτος καθηγητής εκκλησιαστικής φιλολογίας στη Λειψία, αλλά στο Halle, όπου δίδαξε στη συνέχεια, έχασε την πίστη του, και έγραψε διάφορα έργα στα οποία προσπάθησε να εξηγήσει τη θρησκεία με βάση τη λογική. Η σειρά: ‘Ανάπτυξη του σχεδίου και του σκοπού του Ιησού’ που έγραψε, αναλύει τη δική του άποψη για τον Ιησού και το έργο Του. Το μυθιστόρημα του Bahrdt είναι αστυνομική νουβέλα και περιέχει ισχυρή δόση φαντασίας και πλοκή δόλου. Γι’ αυτόν, οι Νικόδημος και Ιωσήφ Αριμαθαίας -οι σεβαστοί εκείνοι νομοδιδάσκαλοι του Μ. Συνεδρίου που υπερασπίστηκαν τον Ιησού, υπήρξαν κρυφοί μαθητές Του και ζήτησαν και το άπνουν σώμα του για ταφή- ήσαν ….. Εσσαίοι. Αυτοί έστρεψαν εξαρχής τον μικρό Ιησού κατά του Ιερατείου, τον μύησαν υποτίθεται στη ‘σοφία’ τους, τον έστειλαν αργότερα να διδάξει και να σκηνοθετήσει θαύματα με τη βοήθεια του …… Λουκά, που γνώριζε από νεκροφάνειες και ιατρικές πρώτες βοήθειες. Οι ‘άγγελοι’ ακόμη που εμφανίζονται στα Ευαγγέλια δεν ήσαν παρά οι εκλεκτοί μύστες του τάγματος των Εσσαίων, ενώ οι απόστολοι βρίσκονταν στην αμέσως κατώτερη βαθμίδα μύησης και δεν υποψιάστηκαν τίποτα απ’ όλα αυτά.  Ορθολογιστικά εξηγούνται κατά τον Bahrdt και τα θαύματα του Ιησού. Το θαύμα διατροφής των 10.000 τουλάχιστον ανθρώπων (συν γυναιξί και τέκνοις βεβαίως) στην ύπαιθρο που έκανε ο Χριστός, γράφει ο Bahrdt ότι είχε επινοηθεί από πριν με μεγάλες ποσότητες τροφίμων που είχε κρύψει το τάγμα σε σπηλιά. Φανταστείτε πόσους τόνους ψαριών και άρτων θα έπρεπε να είχαν μεταφέρει με μεγάλη μυστικότητα και με τα μέσα της εποχής, να τα είχαν κρύψει στη σπηλιά χωρίς να γίνουν  από κανέναν αντιληπτοί στο δρόμο και τι παιχνίδι θα έπρεπε να έπαιζε ο Ιησούς, προσπαθώντας να ξεγελάσει τους Ισραηλίτες συμπατριώτες του ότι εκείνη την ώρα πολλαπλασιάστηκαν, αν βέβαια όλα αυτά δεν ήσαν αποκυήματα καλπάζουσας φαντασίας. Το περπάτημα του Χριστού πάνω στη θάλασσα οφειλόταν, μας λέει, σε κομμάτι ξύλου πάνω στο οποίο πατούσε ο Ιησούς. Το ότι ο Θεάνθρωπος προσευχόταν συχνά μόνος, αυτό σημαίνει, κατά τον Bahrdt, πως συναντούσε μυστικά την αδελφότητα των Εσσαίων.

Ο Νικόδημος, ο Haram (άγνωστο όνομα στα τέσσερα Ευαγγέλια) και ο Λουκάς, σύμφωνα με τον συγκεκριμένο ερευνητή, επινόησαν και σκηνοθέτησαν τον σταυρικό θάνατο του Ιησού, ο οποίος δέχτηκε να ‘πεθάνει’ προσωρινά, ενώ τον αναζωογόνησε στη συνέχεια ο Λουκάς με τα δυναμωτικά του φάρμακα και τον έκρυψαν στη σπηλιά, όπου και συνήλθε. Όλα αυτά έγιναν για να εκ-πνευματοποιηθεί υποτίθεται και διασωθεί η αληθινή έννοια του Μεσσία και να ξεφύγει ο Ισραήλ από λαϊκίστικες επιρροές. Τόσο προχωρημένο αστυνομικό σενάριο, τόση μυστικότητα, σκοτεινά τάγματα και διαπλοκές, αλλά και τόσο ανόητος να παρουσιάζεται ο λαός σε όλες αυτές τις μηχανορραφίες, ούτε σε σύγχρονα μυθιστορήματα έχουμε δει. Αν θέλει κάποιος να γράψει θεατρικά έργα και να αφήσει ανεξέλεγκτο το ταλέντο του να δημιουργεί, είναι φυσικά ελεύθερος να το κάνει, αλλά όχι και να παρουσιάζεται ως ιστορικός, να αγνοεί κάθε ιστορική πληροφορία και να ανατρέπει τα πάντα μέσα από μυθικές εφευρέσεις και φτιαχτές ιστορίες!   

- Κάτι παρόμοιο δεν έγραψε και ο Venturini; πήρε το λόγο και είπε ο Πέτρος. 

- Ακριβώς! απάντησε εκείνος, ενώ σκούπιζε τα γυαλιά του με ένα μαλακό μικρό κομμάτι υφάσματος. Θέλετε να σας προσφέρουμε ένα αναψυκτικό; ρώτησε την παρέα ξαφνικά ο διδάκτορας. Όχι κ. καθηγητά, να μην καταχρώμεθα περισσότερο του χρόνου σας, απάντησε η Μαρία, φοιτήτρια Θεολογικής Σχολής Αθηνών. Λοιπόν, συνέχισε ο κ. Αληθινός, όχι μόνο ο Venturini που αναφέρατε, αλλά και ο Ghillany έπλασαν παρόμοια μυθιστορήματα περί της ζωής του Χριστού. Ο Venturini, φιλόλογος και εφημέριος στις αρχές του 19ου αιώνα στο Hordorf, ζούσε φτωχικά και αρχικά συνέγραφε φιλολογικές εργασίες για να ζήσει. Ο Ghillany, αρχικά θεολόγος, βιβλιοθηκάριος στο Nurnberg, ορθολογιστής και αντιεκκλησιαστικός μετέπειτα συγγραφέας, έγραψε έξοχα ιστορικά κοσμικά έργα. Η διαφορά τώρα μεταξύ Venturini και Bahrdt βρίσκεται στο ότι ο Ιησούς του Venturini σε αντίθεση με εκείνον του Bahrdt πίστευε στην μετά θάνατον συνάντησή του με τους μαθητές του και δεν σκηνοθέτησαν το θάνατό του και την ανάστασή του, ενώ στον Ghillany ο Ιησούς ήταν το όργανο μιας μυστικής οργάνωσης που ραδιούργησε ώστε να καμφθούν τα εμπόδια και ο Ιησούς να θανατωθεί ως εξιλαστήριο θύμα για να δεχθεί δήθεν ο Θεός να ….. επισπεύσει την ουράνια βασιλεία του πάνω στη γη!

- Ας έρθουμε και στον Paulus κ. καθηγητά. Δεν συμφωνείτε ότι συνέβαλε περαιτέρω στη σύγχυση πάνω στην εξέταση τόσο σοβαρών θεμάτων; ρώτησε και πάλι ο Πέτρος.

- Σαφώς και πρόσφερε κι άλλη σύγχυση γύρω από θέματα ζωτικής σημασίας, όπως της ζωής του Κυρίου, αλλά μην ξεχνάμε ότι όλες αυτές οι προσπάθειες, αν και ξεκινούν από μια μεγάλη αντιπάθεια προς τη Θεολογία και το έργο της, εν τούτοις βοήθησαν να επεκταθεί η σύγχρονη έρευνα και να δοθούν πληρέστερες απαντήσεις στην αθεΐα. Ο Paulus υπήρξε γόνιμος συγγραφέας σε αρκετούς τομείς έρευνας, καθηγητής ανατολικών γλωσσών στην Ιένα την τελευταία δεκαετία του 18ου αι., εκπαιδευτικός σύμβουλος στην Βαυαρία και καθηγητής στη Heidelberg. Ο Paulus ερμηνεύει τα θαύματα με φυσικό και λογικό μόνο τρόπο και θεωρεί τις εκ νεκρών αναστάσεις ως ανάνηψη από παρ’ ολίγον πρόωρο ενταφιασμό. Για το σταυρικό θάνατο δέχεται ότι επρόκειτο για ξύλιασμα και εσωτερικό πάγωμα πάνω στο σταυρό και ότι ο ψυχρός τάφος και τα αρώματα της ταφής του οδήγησαν τον Ιησού στην απόκτηση και πάλι των αισθήσεών του (στην πραγματικότητα θα συνέβαινε το αντίθετο, αφού ήταν πλήρως φασκιωμένος). Για 40 ημέρες δίδασκε τους μαθητές Του, ενώ ένα σύννεφο τον σκέπασε στο Όρος των Ελαιών και απομακρύνθηκε από κοντά τους. Πέθανε αργότερα ο Χριστός χωρίς να μάθουν ποτέ οι μαθητές του την ακριβή χρονολογία. Οι αυθαίρετες ερμηνείες είναι και εδώ παρούσες σε όλα τα θέματα της ζωής του Κυρίου. Π.χ. η θεραπεία των δαιμονισμένων ήταν για τον Paulus κατευναστική επίδραση με φάρμακα στα νεύρα τους. Ο περίπατος του Ιησού πάνω στα κύματα ήταν πλανεμένη όραση των μαθητών μέσα στην τρικυμία. Ο χορτασμός των 5.000 ήταν φιλάνθρωπη κίνηση του Ιησού και των μαθητών του, που έδωσαν τις δικές τους προμήθειες προς παραδειγματισμό των πλουσίων.  Στο Θαβώρ είδαν οι μαθητές του τον Ιησού να μιλάει με δύο σεβάσμια πρόσωπα πάνω στο λόφο και οι ακτίνες του ηλίου τούς έκαναν να το θεωρήσουν ως οπτασία. Τόσο πεζή και ωμή, και στην ουσία ανύπαρκτη, ήταν για τον  Paulus η πνευματικότητα του Χριστού και των μαθητών του. Οι αναστάσεις εκ νεκρών ήσαν απλά νεκροφάνειες, όπως και του Λαζάρου. Τώρα, πώς είναι δυνατόν ο Χριστός, που διέθετε τόσο υψηλή ποιοτικά διδασκαλία και ευσεβή προσωπικότητα, να παρουσιάζεται ως αγύρτης και να σερβίρει παραμύθια στο λαό, αυτό ανήκει μόνο στην απροσγείωτη σκέψη του Paulus. Παρουσιάζει έναν Χριστό που προσπαθεί να κερδίσει την μεσσιανικότητά του με κάθε τρόπο, ηθικό και ανήθικο. Εξάλλου, αν ο σκοπός της αναζήτησης κάποιων είναι τα εναλλακτικά σενάρια, χωρίς να βασίζονται στις σταθερές πηγές της ιστορίας, εύκολα μπορεί να παρουσιαστεί ο Ιησούς και σαν ……εξωγήινος που επισκέφτηκε τη γη για να αφήσει μια νέα διδασκαλία προς καλυτέρευση του ανθρωπίνου είδους! Η σύγχρονη ιστορική κριτική στα Ευαγγέλια αναγνωρίζει τουλάχιστον τον Χριστό ως πραγματικό θεραπευτή ή εξορκιστή και δεν απορρίπτει τα θαύματα που έκανε.

- Πολύ γνωστές στους ειδήμονες είναι και οι απόψεις του Strauss για τον Χριστό και την Εκκλησία, συμφωνείτε; ρώτησε η Γιάννα. Άφησε το στίγμα του στην ορθολογιστική έρευνα γύρω από τον Χριστό. Και επηρέασε πολλούς. Τι έχετε να μας πείτε γι’ αυτόν;

- O Strauss παιδιά, ξεκίνησε ζωηρά ο κ. Αληθινός, υπήρξε εφημέριος, διδάκτορας, καθηγητής φιλοσοφίας στο Tϋbingen. Στον «Βίο του Ιησού» του, ο Strauss πιστεύει πως οι διηγήσεις περί του Ιησού στα Ευαγγέλια βασίζονται σε μύθους από την Π.Δ. και από την ανάγκη να παρουσιαστεί ως Μεσσίας από την πρώτη Εκκλησία. Μύθος είναι οι παιδικές διηγήσεις για τον Ιησού, μύθος θεωρεί ότι είναι η διήγηση για τους πειρασμούς, μύθος η αναγνώριση από τα δαιμόνια της θεότητάς του, μύθος οι θεραπείες λεπρών και παραλύτων, μύθος οι αναστάσεις νεκρών, μυθικά τα θαύματα επί της φύσεως, μύθος η ανάσταση και η ανάληψή του. Ό,τι λοιπόν δεν ερμηνεύεται ορθολογιστικά και ψυχρώς γνωσιολογικά είναι για τον Strauss μυθικό και έτσι ξεμπερδεύουμε μια κι έξω με τις διηγήσεις της Κ.Δ. Ο Ιησούς του Strauss πιστεύει πως είναι πρόδρομος του Μεσσία, αν και υπήρξε περίοδος, όπως λέει, που θεώρησε τον εαυτόν του ως Μεσσία. Προχώρησε ο Ιησούς δήθεν ψυχολογικά και παλαιοδιαθηκικά στην εναπόθεση του μεσσιανικού βάρους στους ώμους του, με σκοπό την παγκόσμια συναδέλφωση και την επικράτηση της θεϊκής βασιλείας. Περίμενε από το Θεό και τους αγγέλους του την πρώτη κίνηση αποκατάστασης της μεσσιανικής εποχής και όχι από ανθρώπινη βία.

Να μιλάμε όμως για μύθους στην εποχή του Αυγούστου και του Τιβέριου; Οι χρόνοι της Κ.Δ. είναι φωτισμένοι και φιλοσοφημένοι, όχι μυθικοί. Άλλωστε οι Ιουδαιοχριστιανοί δεν ήσαν ιδεολόγοι, ούτε ευκολόπιστοι και αφελείς, αλλά άνθρωποι του μόχθου και έξυπνοι βιοπαλαιστές. Οι συνθέσεις μύθων πάνω σε παλαιοδιαθηκικά μοτίβα δεν ανήκαν στην πρωτοχριστιανική ψυχοσύνθεση. Απόδειξη είναι ότι η Εκκλησία απέρριψε τα λεγόμενα ‘απόκρυφα Ευαγγέλια’, που ήταν μερικές δεκάδες, γιατί αλλοίωναν την γνήσια εικόνα του Χριστού και εισήγαγαν μύθους περί της ζωής και διδασκαλίας του. Και κράτησε τέσσερα μόνο, που περιέσωζαν την αυθεντική εικόνα και την αποστολή του πάνω στη γη. Πότε εξάλλου να φτιαχτούν οι μύθοι αυτοί, αφού το Ευαγγέλιο του Μάρκου γράφτηκε 35 περίπου χρόνια μετά το γεγονός της ανάστασης του Ιησού, οι επιστολές του Παύλου 20 μόλις χρόνια μετά και η μεταστροφή του στον Χριστιανισμό έγινε 2-5 χρόνια μετά το θάνατο του Χριστού; Πότε πρόλαβαν επομένως να δημιουργηθούν οι θρύλοι στην νεοσύστατη Εκκλησία, όταν ο Παύλος γράφει τόσο καθαρά για την ανάσταση του Κυρίου; Μήπως ακόμη οι απόστολοι και οι μαθητές του Κυρίου δεν έδωσαν και τη ζωή τους και μαρτύρησαν και έχυσαν το αίμα τους στο όνομά Του; Γιατί το έκαναν αυτό; Μα γιατί γνώριζαν από πρώτο χέρι ποιος ήταν, όπως τα παιδιά στην οικογένεια γνωρίζουν καλύτερα από όλους ποιος είναι ο πατέρας τους και δεν χρειάζεται να ρωτήσουν τους γείτονες και, ακόμα χειρότερα, ξένους πολίτες γι’ αυτόν. Ακόμη, τόσο τα χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας που ανακαλύφθηκαν το 1947, όσο και οι σύγχρονες αρχαιολογικές, πολιτιστικές και ανθρωπιστικές έρευνες στην αρχαία Παλαιστίνη, αποκαλύπτουν ότι η ζωή του Χριστού και το περιβάλλον στο οποίο έζησε, όπως περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη, είναι αυθεντικά (βλ. και Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, άρθρο: ‘H μεταμοντέρνα «γέννηση» του Ιησού’, ΤΟ ΒΗΜΑ γνώμες, www. tovima.gr/ opinions/article/? aid=163219).

Πέρυσι είχα παρευρεθεί σε μια διάλεξη ενός λέκτορα από την Αμερική, ο οποίος είχε αναφερθεί στον Weisse. Ο τελευταίος, ανέφερε ο ομιλών, πίστευε στην ανάσταση ως ψυχολογική κατηγορία των μαθητών και όχι ως πραγματικό γεγονός. Έτσι είναι; ρώτησε ο Πέτρος.

Θα συμφωνήσω σ’ αυτό. Ότι δηλαδή είναι θέσεις αυτές του  Weisse, τους είπε ο διδάκτορας. Ο οποίος διετέλεσε καθηγητής φιλοσοφίας και θεολογίας από τα μισά του 19ου αι. στη Λειψία και έγραψε «Ευαγγελική Ιστορία». Πίστευε ότι στην Μεταμόρφωση είδαν οι τρεις μαθητές μαζί ένα όραμα και ανακήρυξαν στη συνείδησή τους Μεσσία τον Ιησού, ορμώμενοι από τη συμβολικότητα της Π.Δ. Δέχεται ότι ιστορικό στην ανάσταση είναι μόνο η πίστη σ’ αυτήν και όχι το ίδιο το γεγονός της ανάστασης, που εκ των υστέρων ισχυρίστηκε η πρώτη Εκκλησία για να αντικρούσει τη διαδομένη ιουδαϊκή κατηγορία ότι κάποιοι απομάκρυναν με δόλο το σώμα του Ιησού από τον τάφο. Οι απόστολοι και οι μαθητές Του βίωσαν δηλαδή την ανάσταση ψυχικά, όπως είπατε πριν, ενώ δεν συνέβη στον Ιησού σωματικά.

Οι Ιουδαίοι και οι πρώτοι χριστιανοί όμως, όπως λέγαμε προηγουμένως, δεν ήσαν μυθομανείς και αφελείς τύποι, αλλά έξυπνοι και ρεαλιστές ψαράδες, έμποροι, (πονηροί στην αρχή και μεταμελημένοι αργότερα) τελώνες, βοσκοί κ.λπ., που ένοιωθαν την ανάγκη να διαπιστώσουν ιδίοις όμασι τα γεγονότα γύρω από την ανάσταση, να βάλουν τα χέρια τους επί τους τύπους των ήλων, όπως ο απόστολος Θωμάς, και να τρέξουν στον κενό τάφο οι ίδιοι, μη πιστεύοντες απλά τις ανακοινώσεις περί αναστάσεως των Μυροφόρων. Οι απόστολοι και οι μαθητές του Κυρίου έδωσαν στη συνέχεια τη ζωή τους και μαρτύρησαν για όσα είδαν και έζησαν οι ίδιοι, και όχι για όσα άκουσαν από δεύτερα και τρίτα χείλη: «Τον είδαμε από κοντά και τα χέρια μας τον ψηλάφησαν. Όταν η ζωή φανερώθηκε, τον είδαμε με τα μάτια μας. Καταθέτουμε λοιπόν τη μαρτυρία μας και σας μιλάμε για την αιώνια ζωή που ήταν με τον Πατέρα, φανερώθηκε όμως σε μας. Αυτό που είδαμε και ακούσαμε το αναγγέλλουμε ….. και αυτά σάς τα γράφουμε για να είναι ολοκληρωμένη η χαρά σας» (Α΄ Ιω. 1,1-4). Όλα αυτά, και το πόσο προσγειωμένοι ήσαν οι Ιουδαίοι, φαίνεται σε αρκετές περιπτώσεις στα Ευαγγέλια, όταν προσπάθησαν να λιθοβολήσουν και φονεύσουν τον Χριστό επειδή εμμέσως ισχυριζόταν ότι είναι Υιός του Θεού (π.χ. Ιω. 5,16-18/ 7,1/ 7,25/ 8,58-59) και όταν οι Ναζαρηνοί, οι συγχωριανοί Του, δεν δέχτηκαν τον αυτό-χαρακτηρισμό Του και την αποστολή Του (13,58). Ο λαός μάλιστα ήταν διχασμένος (7,40-44) και αναρωτιόντουσαν αν είναι αυτός ο υιός της Μαρίας και του Ιωσήφ, πού σπούδασε και πώς τώρα, έλεγαν, παρουσιάζεται ως μέγας προφήτης, αφού ήξεραν και από πού κατάγεται και πίστευαν ότι από Ναζαρέτ τίποτε καλό δεν μπορεί να βγει (Ιω. 1,47). Μάλιστα, ακόμη και τα αδέλφια Του αρχικά δεν πίστευαν σ’ αυτόν (Ιω. 7,5). Δεν κρύβει λοιπόν τίποτα η Κ.Δ., ούτε προσπαθεί να σερβίρει παραμυθάκια σαν αληθινές ιστορίες. Δεν εξωραΐζει το κακό, αλλά παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό όπως πραγματικά ήταν και είναι.

Τον περασμένο χρόνο μιλήσατε στις παραδόσεις σας για την έννοια του Μεσσία στον Bruno Bauer. Θέλετε να επαναλάβετε και σε μας πώς ο συγκεκριμένος ερευνητής αντιμετώπισε το θέμα; ρώτησε η Μαρία.  

 Βεβαίως! Απάντησε ο πανεπιστημιακός. Ο Bruno Bauer ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα, κριτικός ‘θεολόγος’, ιστορικός και υφηγητής στο Βερολίνο, από το 1834. Πιστεύει πως η έννοια του Μεσσία δεν προϋπήρξε στον Ιουδαϊσμό, αλλά είναι γέννημα της πρωτοχριστιανικής κοινότητας και των ευαγγελιστών. Η Χριστολογία και το δόγμα περί Μεσσία έπεται, μας λέει, της ιστορικής ζωής του Ιησού. Ήταν η πίστη σ’ αυτόν ως Μεσσία που τον καθιέρωσε στις συνειδήσεις των χριστιανών ως Μεσσία. Σε τελευταία ανάλυση, λέγει, η πίστη στη μεσσιανικότητα του Χριστού ξεκίνησε ως πίστη στη ιδέα του Μεσσία – Χριστού, που διαμόρφωσε το μεταγενέστερο θρύλο του. Το βίωμα της κοινότητας ήταν εκείνο που επέβαλε τον Ιησού ως Χριστό. Το ίδιο αυτό κοινοτικό βίωμα οδήγησε στη σύνδεση Ιησού και Βαπτιστή, στη διαμόρφωση των πειρασμών του Χριστού, στην αποστολή των δώδεκα για να κηρύξουν την βασιλεία του Θεού, στην καταγραφή θαυμάτων Του, στην εμφάνιση της Θείας Ευχαριστίας ως κάτι διαφορετικό από το ιουδαϊκό Πάσχα. Και γιατί το κοινοτικό αυτό βίωμα που περιγράφει ο Bauer να μην άντλησε (όπως και έγινε πράγματι) από πραγματικά περιστατικά της ζωής του Κυρίου, όταν κλήθηκε η Εκκλησία να απαντήσει σε σοβαρές προκλήσεις της πρωτοχριστιανικής εποχής; Αυτό δεν προβληματίζει τον Bauer; Ο Bauer αποδεδειγμένα μισεί θανάσιμα τον Χριστιανισμό και τη Θεολογία και προσπαθεί να ξεθεμελιώσει τα εκκλησιαστικά ‘πιστεύω’. Θέλει να απογυμνώσει τον Χριστό από τη θεϊκή του φύση για να καταρρίψει την ‘εσφαλμένη’ πίστη των θεολόγων. Αλλά και όλα όσα ανήκουν στον ιστορικό Χριστό, γράφει ο Bauer ότι προέκυψαν από τη χριστιανική σύλληψη και εφευρετικότητα. Και άρα τίποτε σταθερό και αληθινό δεν γνωρίζουμε γι’ αυτόν. Σε μεταγενέστερο σύγγραμμά του αρνείται τελείως την ιστορικότητα του Ιησού. 

Προς στιγμήν, επισημαίνουμε μόνο πως σήμερα οι ερευνητές των Ευαγγελίων έχουν καταλήξει ότι, όπως δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά, έτσι και δεν μπορεί να υπήρξε η έννοια  του Χριστού χωρίς την ιστορική και ανυπέρβλητη προσωπικότητά Του. Ο οποίος δίδασκε, θαυματουργούσε, δρούσε και εκινείτο με μοναδικό και ξεχωριστό για την εποχή Του τρόπο, εκπλήσσοντας τους πάντες στα χρόνια του και μέχρι των εσχάτων. Γεγονός παραμένει ότι, ανάλογα με τους στόχους και τη ‘ματιά’ τους στα γεγονότα του κόσμου και της ιστορίας, διαμορφώνουν οι πολλοί και την ερμηνεία τους. Όταν κάποιοι έχουν σκοπό να καταρρίψουν τα Ευαγγέλια και τη χριστιανική πίστη, τότε διαμορφώνουν και ανάλογη εξηγητική των κειμένων στάση, νοοτροπία και προβληματική.  Παρασύρονται όλα σε ένα ρεύμα εκ των προτέρων άρνησης της Θεανδρικότητας του Κυρίου και «μαζί με το νερό, μετά το μπάνιο, πετάνε δυστυχώς και το παιδί». Οπότε, χάνεται το πραγματικό και ιστορικό υπόβαθρο στην επιστήμη τους και πελαγοδρομούν σε κατασκευασμένες επινοήσεις, που είναι πολύ πιο ανεδαφικές από εκείνες που υποτίθεται γι’ αυτούς ότι είναι εσφαλμένες.

Επιπλέον, σήμερα αναγνωρίζεται ότι η «Κοινότητα των πιστών» είναι εκείνη που έγραψε στην ουσία τα Ευαγγέλια, δηλαδή η τότε Εκκλησία, με την έννοια ότι η Εκκλησία στη συνείδησή της τα αναγνώρισε. Η ερμηνεία επομένως των Ευαγγελίων δεν μπορεί να γίνει εκτός Εκκλησίας, διότι δεν μπορούν να κατανοηθούν σαν ψυχρά ιστορικά κείμενα, αφού δεν ήταν αυτός εξάλλου ο σκοπός συγγραφής τους. Τα κείμενα αυτά είναι λειτουργικά κείμενα της Εκκλησίας και εκτός Παραδόσεως είναι ανερμήνευτα και ακατανόητα ή διαστρέφεται το νόημά τους. Αυτή είναι και η συνέχεια και σύνδεση που κηρύσσει η Εκκλησία μεταξύ Ιησού της ιστορίας και Χριστού της πίστεως. Το λειτουργικό της δηλαδή βίωμα, που προέρχεται από τη λειτουργική και πνευματική ζωή των χριστιανών. Διότι όλες οι προσπάθειες περί πεζής και ψυχρής ιστορικής αλήθειας γύρω από τον Ιησού έχουν αποτύχει παταγωδώς. Τα Ευαγγέλια δεν είναι δημοσιογραφικά εργαλεία, αλλά καταγραφές βιωμάτων της εκκλησιαστικής κοινότητας. Και η αποτυχία της εξω-εκκλησιαστικής ερμηνείας τους επισημαίνεται επαναλαμβάνουμε σε κάθε Θεία Λειτουργία, στο σημείο εκείνο όπου ο ιερέας μετά το πέρας της Μικρής Εισόδου, επιστρέφει και αφήνει και πάλι το Ευαγγέλιο πάνω στην Άγια Τράπεζα, συμβολικά διδάσκοντας ότι μόνο στην Εκκλησία ερμηνεύεται αυθεντικά και γνήσια (βλ. και Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, άρθρο: ‘H μεταμοντέρνα «γέννηση» του Ιησού’, ΤΟ ΒΗΜΑ γνώμες, www. tovima.gr/ opinions/article/? aid=163219).

Μεγάλο αντίκτυπο παγκοσμίως προξένησε και «Η ζωή του Ιησού» του Renan, ανακοίνωσε ο Κώστας. Μέχρι σήμερα διαβάζω στο internet αποσπάσματα από το βιβλίο του, που τάραξε ιδιαίτερα γαλλικό και γερμανικό κόσμο, είπε, με μια μικρή δόση υπερηφάνειας.

Οπωσδήποτε θα συμφωνήσω μαζί σας, απάντησε ο καθηγητής, ισιώνοντας την πλάτη του και ακουμπώντας την στο κάθισμά του. Ο Renan, ενώ προοριζόταν για ιερέας και κατά τις σπουδές του στο Παρίσι, γνώρισε την γερμανική επιστημονική θεολογία και κλονίστηκε. Οδηγήθηκε στον σκεπτικισμό, ενώ διετέλεσε και καθηγητής σημιτικών γλωσσών στο College de France. Ο Renan βλέπει στον Ιησού έναν καλοκάγαθο προφήτη που με την πραότητα και το κήρυγμα συμφιλίωσης και αγάπης, στην πρώτη φάση της ενήλικης ζωής Του, έγινε αγαπητός και φίλος με όλους. Στη συνέχεια όμως όταν στα Ιεροσόλυμα το κήρυγμά του δεν έγινε αποδεκτό, έβαλε στην άκρη την πραότητα και υιοθέτησε την ιουδαϊκή εσχατολογία και τα θαύματα ως μέσα επηρεασμού του λαού. Σκλήρυνε τη στάση του απέναντι στους ακροατές του και, στον τελικό δρόμο προς τα Ιεροσόλυμα, πάνω σε πολυχρησιμοποιημένο υποζύγιο, μπαίνει ως οσονούπω μάρτυρας. Στην Γεθσημανή πέρασαν από μπροστά του όλες οι ομορφιές της ζωής, που θα έχανε σε λίγο. Πέθανε για τον Renan σαν απλός προφήτης, αλλά θα διακηρύξει ο ίδιος στον επικήδειο επίλογό του ότι η ζωή και τα πάθη του Ιησού δεν θα πάψουν να συγκινούν τις ευαίσθητες και αθώες καρδιές και ότι οι αιώνες θα διακηρύσσουν πως δεν πρόκειται να ξεπεραστεί από κανέναν η ζωή του μέσα στην ιστορία. Έτσι και ο Renan έπλασε έναν Χριστό γοητευτικό, μειλίχιο, αγνό, δεινό κήρυκα και φωτισμένο, αλλά πάντως απλό άνθρωπο, που δεν διστάζει να μεταχειρίζεται τεχνάσματα εδώ και εκεί και να τα παρουσιάζει σαν θαύματα για να επιβληθεί στα πλήθη.

Μια πολύ γνωστή ‘ζωή του Ιησού’ που έμεινε ως σημαντική συμβολή στον ορθολογισμό του 19ου αιώνα, είναι και «Η ιστορία του Ιησού από Ναζαρέτ» του Keim. Μάθαμε γι’ αυτόν αρκετά την φετινή χρονιά στο Πανεπιστήμιο, ανακοίνωσε ο Πέτρος. Θέλετε να μας ενημερώσετε σχετικά; ρώτησε τον διδάκτορα.

  Και γιατί όχι; Απάντησε εκείνος. Ο λέκτορας στην Τυβίγγη και καθηγητής στη Ζυρίχη Keim, βλέπει στον Ιησού δύο περιόδους δράσης: Μια επιτυχημένη στην αρχή και μια δεύτερη φάση, που χαρακτηρίζεται από αποτυχία. Κατέφευγε με τους μαθητές Του σε ολοένα πιο απομακρυσμένα και κρυφά μέρη, καταδιωκόμενος  από τους εχθρούς του. Κατηγορεί μάλιστα τους ευαγγελιστές ο Keim ότι δήθεν συγκαλύπτουν την αλήθεια, που κατά τη γνώμη του είναι ότι η δράση του Ιησού στη Γαλιλαία είχε τη μορφή καταδίωξης της ομάδας τους και προσπάθεια φυγής από τους αντιπάλους Του. Τελικά απέτυχε ο Ιησούς να εγκαταστήσει την άμεση πνευματική βασιλεία Του και οδηγήθηκε, μέσα από την ωρίμανση του πνεύματός του, στην έννοια της εσχατολογικής βασιλείας, όταν ο Ισραήλ θα ελευθερωνόταν μελλοντικά.

Η έλλειψη των πηγών για τέτοιου είδους υποθέσεις, δε δικαιολογεί τη δημιουργία δικών μας ιστορικών υποθέσεων, που να αναιρούν τα γραφόμενα στα Ευαγγέλια. Σε τέτοιου είδους απόψεις ισχύει η τακτική πολλών ορθολογιστών ιστορικών, ότι δηλαδή «Αν η ιστορία διαφωνεί με τις δικές μας θέσεις για τα γεγονότα, τόσο το χειρότερο για την ιστορία»! (Έγελος). Διότι την διαμορφώνουν στα βιβλία τους κατά το δοκούν, ώστε να συμφωνεί με τις πεποιθήσεις τους.

-  Δεν θα πρέπει φυσικά στη συνάφεια αυτή να ξεχάσουμε να αναφερθούμε στον Brandt κ. Ευάγγελε, ο οποίος αρνήθηκε αρκετές αλήθειες από τη ζωή του Ιησού στα Ευαγγέλια, είπε αργά η Μαρία.

- Φυσικά και πρέπει να αναφέρουμε και τον πάστορα στην Κάτω Σαξωνία Brandt, ο οποίος αργότερα αρνήθηκε τη θέση, έκανε ανώτερες σπουδές στο Στρασβούργο και Βερολίνο και δίδαξε θρησκειολογία στο Amsterdam. O Brandt, διαμορφώνει την αντίληψη ότι ο Ιησούς θέλησε να μορφώσει τον λαό και αυτή η μόρφωση να συνεχιστεί ακόμη και μετά το θάνατό Του. Για το σκοπό αυτό εκπαίδευε τους μαθητές του ως μελλοντικούς δασκάλους. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του Ιησού, εμφανίστηκε η μεγάλη προφητική μορφή του Ιωάννη του Βαπτιστή, που στην αρχή συμπεριέλαβε και τον Ιησού στα μέλη των μαθητών του. Ο Χριστός, συν τω χρόνω, αποφάσισε να επιβάλει το θέλημα του Θεού στο κέντρο των θρησκευτικών κινήσεων και αποφάσεων, ήτοι στα Ιεροσόλυμα. Δεν προανήγγειλε όμως το πάθος Του, ούτε ταξίδεψε εκεί για να πεθάνει. Αλλά μόνο να κηρύξει ανανεωτικά στους συμπατριώτες Του, με στόχο τη ηθική αναβάθμιση του λαού. Εξελικτικά, για τον Brandt, συνειδητοποίησε ο Ιησούς ότι ήταν ο Μεσσίας. Όταν διαδόθηκε η φήμη ότι θεωρούσε τον εαυτό του Μεσσία, συνελήφθη από τους άρχοντες, δικάστηκε, μαρτύρησε και πέθανε. Οι μαθητές Του δεν πίστευαν στην μεσσιανικότητά Του, αφού δεν είχε αφήσει πίσω του κανένα πειστήριο, ούτε σχετικές ρήσεις είχε ποτέ κάνει. Συνέχισαν όμως τη μόρφωσή τους στη Γαλιλαία και, ολίγο κατ’ ολίγο, αναστήθηκε μέσα τους η έννοια του Μεσσία-Χριστού, που οφειλόταν όχι στη σωματική Του ανάσταση, αλλά διαμορφώθηκε ως αποτέλεσμα της αγάπης τους για το μεγάλο νεκρό.

Να απαντήσω όμως και εγώ σε αυτά, έτσι παιδιά; Όσον αφορά το πάθος και την ανάσταση του Θεανθρώπου, τα Ευαγγέλια περιγράφουν ότι ο Χριστός αρκετές φορές είχε ενημερώσει τους μαθητές του για το ότι επίκεινται να συμβούν ώστε, μετά τα γεγονότα του σταυρού, να μην χάσουν εκείνοι την πίστη τους και να θεολογήσουν αναφορικά με το ποιος είναι ο Χριστός [βλ. π.χ. Ματθ. 16,21-23/ 17,22-23/ 20,17-19/ Μάρκ. 8,31-33/ 9,31/ 10,32-34/ Λουκ. 9,21-22/ 9,44-45 κ.α.]. Γιατί τότε οι μαθητές Του τον εγκατέλειψαν, λιποψύχησαν και ξαναγύρισαν στις εργασίες τους αμέσως μετά το σταυρικό του θάνατο; Διότι άλλο εγκεφαλική πίστη και άλλο ενδιάθετη πίστη. Οι μαθητές μπορεί να είχαν ακούσει τη διδασκαλία και τις προαγγελίες περί των παθών του Κυρίου, αλλά δεν είχαν ζωντανή και βαθειά πίστη ώστε να βιώσουν το μυστήριο του προσώπου Του. Αυτό πραγματοποιήθηκε δια της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Οπότε και απέκτησαν πραγματική σχέση με τον Τριαδικό Θεό και την άκτιστη Χάρη του. Πριν απ’ αυτό, η ζωή τους είχε επηρεαστεί απλά και μόνο εξωτερικά, ιδεολογικά και συναισθηματικά από τις Παραβολές και τα θαύματα του Χριστού, χωρίς να έχουν εσωτερική αγιοπνευματική πληροφορία για το ποιος είναι. Άλλωστε, σε καιρούς και περιβάλλοντα σκληρά και διεφθαρμένα, όπου επικρατεί κατάπτωση, αδικία και μαρτύριο, μόνο η αυθεντική και γνήσια πίστη είναι εκείνη που αντέχει και δεν υποχωρεί λόγω των καταστάσεων. Ας μην ξεχνάμε τον μεγάλο προφήτη Ιωάννη το Βαπτιστή, ο οποίος μέσα στη φυλακή και σε στιγμές υποχώρησης της χάριτος του Θεού –γεγονός που συμβαίνει και στους αγίους ακόμη για δική τους παιδαγωγία- έστειλε μαθητές του για να ρωτήσουν τον Χριστό αν πράγματι είναι ο Μεσσίας. Ο Ιησούς τότε τους αποκρίθηκε: «Να πάτε και να πείτε στον Ιωάννη αυτά που ακούτε και βλέπετε: Τυφλοί ξαναβλέπουν και κουτσοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται και κουφοί ακούν, νεκροί ανασταίνονται και φτωχοί ακούνε το χαρμόσυνο άγγελμα, και μακάριος είναι όποιος δεν χάσει την εμπιστοσύνη του σε μένα» (βλ. Μτθ. 11,2-6/ Λουκ. 7,18-23).

Δεν είχε συνείδηση ο Χριστός για το ποιος ήταν; Διαφορετικά μάς πληροφορούν τα Ευαγγέλια: Ότι ο Χριστός, ήδη 12ετής στο ναό, ενημέρωσε τους γονείς Του ότι στο σπίτι του Πατέρα Του οφείλει να είναι (Λουκ. 2,48-49). Ακόμη, αποκαλύπτει στους ομοεθνείς του ότι «Πριν γεννηθεί ο Αβραάμ εγώ υπάρχω» (Ιω. 8,58) και «Εγώ και ο Πατέρας μου είμαστε ένα» (Ιω. 10,30). Όταν μάλιστα ο Φίλιππος ζήτησε από τον Ιησού να τους δείξει τον Πατέρα Του, εκείνος τού απάντησε: «Τόσο καιρό είμαι μαζί σας και δεν με γνώρισες Φίλιππε;» (Ιω. 14,9). Αυτό επισημαίνει την πλήρη ταύτιση ουσίας μεταξύ Πατρός και Υιού και την ενότητα του Τριαδικού Θεού. Δεν είναι όλα αυτά κατατοπιστικά για την αυτοσυνειδησία του Ιησού; Αν απορρίπτει ή αυθαίρετα ερμηνεύει ο κάθε ερευνητής, κατά τους δικούς του στόχους έρευνας, τα ευαγγελικά χωρία για να βγάλει τελικά τα δικά του συμπεράσματα, πόσο επιστήμονας ή σοβαρός ερμηνευτής των Γραφών είναι; Ο απόστολος Πέτρος, απαντώντας στο ερώτημα του Χριστού «Ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι» -το οποίο ο Χριστός τόσο έντεχνα προκάλεσε μπροστά στους δύο ναούς: του Πάνα (παγανιστικός) και του Αυγούστου (θεοποιημένος αυτοκράτορας) στην πόλη Καισάρεια Φιλίππου- τού λέει: ‘Εσύ είσαι ο Χριστός, ο γιος του ζωντανού Θεού’. Αν ο Πέτρος εκείνη τη στιγμή εξέφραζε την άποψη ότι ο Ιησούς είναι παιδί του Θεού όπως όλοι μας, με ηθική έννοια, προς τι η έκπληξη και ο έπαινος σε αυτόν του Χριστού; Διότι του απαντά ο Χριστός: «Μακάριος είσαι Σίμωνα, γιε του Ιωνά, γιατί σάρκα και αίμα δεν σου αποκάλυψε αυτή την αλήθεια, αλλά ο Πατέρας μου, που είναι στους ουρανούς» (Ματθ. 16,13-17). Και συνεχίζει λέγοντας ότι την Εκκλησία Του θα κτίσει πάνω στην πέτρα της πίστεως στην θεότητά Του και όχι πάνω στο βράχο ψευδούς παγανιστικής πίστεως, που συμβόλιζε το ιερό του Πάνα. Μια τέτοια παγανιστική πίστη δεν θα νικούσε την Εκκλησία του, καταλήγει ο Χριστός (Ματθ. 16,18) (βλ. Dr. Carsten Peter Thiede, ‘Ο Ιησούς: Μύθος ή πραγματικότητα;’ εκδ. Πέργαμος, Αθ. 1999, σελ. 39-40).

Ο Χριστός λοιπόν, τόσο σύμφωνα με την πίστη της Εκκλησίας όσο και σύμφωνα με τις Γραφές, είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα Υιός Του. Ταυτόχρονα είναι και τέλειος άνθρωπος, ακολούθως προς τα λόγια του Ευαγγελιστή Ιωάννη, που στην αρχή του Ευαγγελίου Του ξεκαθαρίζει: «Απ’ όλα πριν υπήρχε ο Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με το Θεό, κι ήταν Θεός ο Λόγος….. Ο ΛΟΓΟΣ ΕΓΙΝΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ …. και είδαμε τη ΘΕΪΚΗ ΤΟΥ ΔΟΞΑ, τη δόξα που ο μοναχογιός την έχει από τον Πατέρα…» (Ιω. 1,1-14).

- κ. καθηγητά, θα μας μιλήσετε και για τον Albert Kalthoff; Απ’ ότι γνωρίζω ήταν πάστορας στην Βρέμη, ρώτησε ο Πέτρος.

Έτσι είναι, απάντησε ο ιστορικός, κοιτώντας στα μάτια τον Πέτρο. Ο Kalthoff, ο οποίος πέθανε στις αρχές του 20ου αιώνα, πίστευε πως η έννοια του Χριστού γεννήθηκε στο κοινοτικό και μόνο πνεύμα της πρωτοχριστιανικής εποχής. Ο Ιησούς, αν υπήρξε ποτέ, ισχυρίζεται, δεν ήταν παρά ένας από τους πολλούς Μεσσίες της προσδοκίας του Ισραήλ, που βρήκαν το θάνατο στο σταυρό. Τα προβλήματα, εν τούτοις, του καταπιεσμένου λαού βρήκαν την έκφρασή τους στο μεσσιανισμό της θρησκείας και γεννήθηκε ο ‘ήρωας’ Χριστός, που ενσάρκωνε ό,τι καλύτερο την εποχή εκείνη, ατομικά και κοινωνικά. Την ελπίδα και την καταφυγή σε ένα ειρηνικότερο και δικαιότερο κόσμο.

Έτσι, για άλλη μια φορά, η εικόνα του ιστορικού Χριστού διαμορφώθηκε μέσα στο καλούπι των ιδεών του Προτεσταντισμού του 19ου και του 20ου αιώνα. Ο κάθε προτεστάντης πάστορας και διανοούμενος ανέπτυσσε δικές του απόψεις περί Ιησού Χριστού, πλάθοντας το πορτραίτο που τον αναπαύει, βασιζόμενος στη δική του λογική κατανόηση, μακριά από την Παράδοση και την Πατερική ερμηνεία των Γραφών στην Ορθόδοξη Εκκλησία, που φυσικά δεν γνώριζε.

Έχουμε πολλά σχεδιαγράμματα ακόμη του προσώπου του Χριστού, που τάραξαν τα νερά της θεολογίας τον 20ο αιώνα; ρώτησε αργά η Γιάννα. 

Πράγματι πολλά βιβλία εκδόθηκαν περί αυτού, απάντησε ο ειδήμων κριτικός της θρησκείας, αλλά για να μην χρονοτριβούμε θα σας αναφέρω περιληπτικά τις θέσεις μερικών ακόμη εκπροσώπων της ορθολογιστικής κριτικής του περασμένου αιώνα:

Έτσι, ο Hartmann διακρίνει στο Χριστό κήρυγμα μίσους, περιφρόνησης του κόσμου και των εγκοσμίων και φανατισμό. Βλέπει στον Ιησού έναν αυτάρεσκο, ονειροπόλο κήρυκα Ιουδαίο, ο οποίος έφτασε στο σημείο να ομολογήσει ότι είναι ο Μεσσίας δημοσίως, αλλά στο πάθος και στο σταυρό που υπέστη αναγνώρισε ότι τον εγκατέλειψε ο Θεός. Δεν γνωρίζουμε πού τα διάβασε αυτά ο ερευνητής, σίγουρο πάντως είναι ότι δεν δικαιολογούνται από όσες πηγές διαθέτουμε. Η χωρίς όρια φαντασία επιστρατεύτηκε και από τον νομικό De Jonge, ο οποίος πλάθει έναν Ιησού κάτοχο μεγάλης πατρικής περιουσίας, να δρα σε ηλικία περίπου 45 ετών, να είναι χήρος με ένα παιδί και να γνωρίζει πολλά πράγματα από …..μαγειρική. Ο Pierre Nahor, αλλά και ο Notowitsch και οι θεοσοφιστές Annie Besant και Ernest Bosc, θέλουν τον Ιησού να έχει μαθητεύσει σε Βραχμάνους, Βουδιστές, Αιγύπτιους, να έχει σπουδάσει την ινδική φιλοσοφία και την ανατολική θεουργία, να θεραπεύει με ύπνωση, υποβολή και αποκρυφισμό. Δεν υπάρχει όμως ιστορική μαρτυρία ότι ο Χριστός απομακρύνθηκε από την Παλαιστίνη. Αντίθετα οι Ναζαρηνοί, οι συμπατριώτες του, θαύμασαν όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους, διδάσκοντας με τόση σοφία –και πάντως ιουδαϊκή διδασκαλία, όχι ανατολίτικη- ενώ τον γνώριζαν μόνο ως ξυλουργό, γιο της Μαρίας και γνώριζαν και τ’ αδέλφια του. «Από πού τα κατέχει αυτά;», έλεγαν. «Πώς κάνει τέτοια θαύματα;» (Μάρκ. 6,1-6). Για τον Rasmussen, ο Ιησούς υπήρξε φρενοβλαβής και επιληπτικός και για τον Theobald Ziegler ψυχασθενής. Φυσικά, τέτοιες θέσεις δεν στηρίζονται σήμερα από κανέναν ιστορικό ερευνητή. Κατά τον Wrede, οι αναστάσιμες οράσεις των μαθητών σηματοδοτούν την αρχή της πίστης στην μεσσιανικότητα του Χριστού, στα μετέπειτα εκκλησιαστικά χρόνια.

Πώς όμως αναγορεύτηκε ο Ιησούς στη συνείδησή τους ως Μεσσίας, αν δεν είχε κάνει ο ίδιος πριν πάθει και σταυρωθεί σχετικές νύξεις; Και αν τους είχε πληροφορήσει για κάτι τέτοιο, όπως τα Ευαγγέλια αναγράφουν, γιατί να μην είναι πράγματι ο Μεσσίας; Μπορούσε να προκύψει από το μηδέν η πίστη στην μεσσιανικότητα του Ιησού; Γιατί δεν θεώρησαν Μεσσία τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, αφού αρκετοί πίστευαν μάλιστα στην ανάστασή του;

Τέλος, ο Kaoutsky, σοσιαλιστής συγγραφέας, θεωρεί τον Ιησού επαναστάτη αρχηγό ενός παλαιστινιακού κομμουνιστικού κινήματος. Ο Ιησούς πίστευε για τον εαυτό του ότι είναι ο Μεσσίας. Συνελήφθη από τους Ρωμαίους, σταυρώθηκε και πέθανε. Τα Ευαγγέλια, λέει, αποκρύπτουν τις πολιτικές του επιδιώξεις και τον παρουσιάζουν μόνο ως θρησκευτικό διδάσκαλο. Αργότερα, μετά την καταστροφή των Ιεροσολύμων του 70 μ.Χ., η κομμουνιστική αυτή κίνηση μετεξελίχθηκε σε καθαρά θρησκευτικό κίνημα και προέκυψε ο Χριστιανισμός. Ο Hans Windisch όμως, με το έργο του «Ο μεσσιανικός πόλεμος και ο πρώτος χριστιανισμός» (1909), απέδειξε ότι ο Ιησούς δεν ήταν πολιτικός επαναστάτης και βίαιος κοινωνικός μεταρρυθμιστής (βλ. Albert Schweitzer, ‘Ιστορία της έρευνας του βίου του Ιησού’, εκδόσεις Άρτος Ζωής, Αθ. 1982).

Εν κατακλείδι παιδιά μπορούμε να θέσουμε για το θέμα που συζητάμε τις εξής λογικές ερωταποκρίσεις: Μπορεί η προκατάληψη και η άρνηση να αντικαταστήσει την ιστορικά και θεολογικά επαληθεύσιμη πίστη σ’ αυτό που πραγματικά ήταν, είναι και θα είναι ο Ιησούς; Μπορεί η αυθαίρετη άρνηση των θαυμάτων, η υποκειμενική και αβάσιμη αθεΐα, χωρίς έρευνα στις πηγές και σε διαμορφωμένο από την εποχή των αποστόλων υλικό, να καταρρίψει τις αλήθειες των Ευαγγελίων και την πίστη στην ανάσταση του Χριστού; Πόσο φερέγγυα είναι τα αποτελέσματα της έρευνας κάποιων, όταν γνωστοποιούν ότι ξεκίνησαν την έρευνά τους μόνο και μόνο για να καταρρίψουν εξ’ αρχής την πίστη σε Θεό, τον Χριστό ως Υιό του Θεού, την έννοια των θαυμάτων, την προφητική επαλήθευση, την παραδοχή της ανάστασης των σωμάτων κ.ο.κ.; Αυτό δεν λέγεται προκατάληψη και υποκειμενική χρήση των ιστορικών πληροφοριών; Είναι υγιές για έναν επιστήμονα το φαινόμενο να αρνείται ό,τι προσωπικά τον ενοχλεί και να το ρίχνει στο καλάθι των αχρήστων;   

Βασίζεται σε στέρεο έδαφος η δήθεν «απομυθοποίηση» των καινοδιαθηκικών διηγήσεων, αν οι μύθοι βρίσκονται μόνο στο νου ορισμένων φιλελεύθερων ιστορικών; Επειδή δεν πιστεύουν κάποιοι στα θαύματα και στις προφητείες για τον Χριστό, μπορούν να απογυμνώσουν τις θαυμαστές αναφορές ‘ετσιθελικά’ από τα Βιβλικά κείμενα; Ήταν τόσο ανόητοι οι απόστολοι και οι μαθητές του Χριστού για να πιστεύουν στα τυφλά οτιδήποτε ενδεχομένως τούς παρουσίαζε κάποιος ως θαύμα, τη στιγμή που η ζωή και η εργασία τους ήταν σκληρή, κοπιώδης και μη φανταστική; Ο απόστολος Πέτρος το ξεκαθαρίζει, λέγοντας: «Δεν βασιστήκαμε σε περίτεχνους μύθους ….. ΕΧΟΥΜΕ ΔΕΙ ΜΕ ΤΑ ΙΔΙΑ ΜΑΣ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ» (Β΄ Πέτρου 1,16). Έχει εν τέλει το δικαίωμα ο ιστορικός να αρνηθεί τις ιστορικές μαρτυρίες για την αρχική χριστιανική πίστη, που βασίζονται στα πρωτοχριστιανικά μνημεία, στα σύμβολα των Κατακομβών, τις επιγραφές, τα χιλιάδες τμήματα παπύρων που ανακαλύφθηκαν, τη μαρτυρία των βαπτισματικών Συμβόλων πίστεως που χρησιμοποιούσαν οι αρχικές κοινότητες των χριστιανών, τα λειτουργικά κείμενα που συντάχθηκαν, τα Σύμβολα πίστεως των κατά τόπους Εκκλησιών, τις ασήμαντες διαφορές ανάμεσα σε όλα τα πολλά χειρόγραφα της Κ.Δ. που βρέθηκαν ανά τον κόσμο; Πόσο αντικειμενικός μπορεί να είναι κάποιος ερευνητής όταν αρνείται τέτοιου είδους ντοκουμέντα, ενώ αντιθέτως βασίζεται μόνο στις δικές του πεποιθήσεις;

Μπορούσαν ακόμη οι μαθητές Του να θεοποιήσουν έναν απλό άνθρωπο και να δημιουργήσουν σχετικές διηγήσεις που να τον αναγορεύουν ως Υιό του Θεού; Δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί κάτι τέτοιο, αφού ο άσημος και ταπεινός Ιησούς –που παραδόθηκε χωρίς βία στον κήπο της Γεθσημανή και υπέστη ατιμωτικά πάθη, χωρίς ούτε καν να υπερασπίσει τον εαυτό Του απέναντι στην αρχιερατική και ρωμαϊκή εξουσία, αδύναμος μάλιστα στο σταυρό Του- δεν ταίριαζε στην εικόνα περί του Μεσσία που είχαν σχηματίσει τότε οι Ιουδαίοι ως πολιτικο-στρατιωτικού ηγέτη, ο οποίος θα τους απελευθέρωνε με ένδοξες μάχες από την σκλαβιά των Ρωμαίων και θα εγκαθίδρυε τη βασιλεία του Θεού με δύναμη και εξουσία μεγάλη. Άλλωστε για κάθε Ιουδαίο εθεωρείτο βλασφημία μεγάλη να τοποθετήσει έναν απλό άνθρωπο στη θέση του Θεού και να τον λατρέψει, όπως έκαναν οι μαθητές Του για τον Χριστό. Το ότι λοιπόν λατρεύτηκε ο Ιησούς ως Θεός σημαίνει ότι ήταν και είναι η απόλυτη αλήθεια, που και ο ίδιος ισχυρίσθηκε, αλλά και οι μαθητές Του βίωσαν κοντά Του.

Οι μαθητές Του βίωσαν ακόμη τη δόξα Του και είδαν τον Ιησού στο μεγαλείο και τη μεγαλοπρέπειά Του πάνω στο Θαβώρ, να μεταμορφώνεται μπροστά τους και να λάμπει περισσότερο και από τον ήλιο. Άκουσαν μάλιστα και τα λόγια του Θεού Πατέρα να τους λέγει ότι «ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΜΟΥ ΥΙΟΣ, Αυτός είναι ο εκλεκτός μου» (Β΄ Πέτρου 1,17). Δεν ακολούθησαν λοιπόν όποιον να’ ναι και δεν εμπιστεύτηκαν έναν τυχαίο κήρυκα Ιουδαίο, αλλά τον ίδιο τον Κύριο της δόξης και του ακτίστου φωτός. Αυτόν που και οι προφήτες προανήγγειλαν και δια του Αγίου Πνεύματος παρουσίασαν στην ανθρωπότητα πολλούς αιώνες πριν εμφανιστεί στη γη. Ποιους λοιπόν να πιστέψουμε; Τους αγιασμένους αποστόλους του Κυρίου, που έδωσαν το αίμα τους για τη μαρτυρία της θεότητάς Του, ή ορισμένους σύγχρονους ερευνητές και αποκρυφιστές, που προσπαθούν να διαστρέψουν τα λόγια των αποστόλων και να πείσουν ότι οι μαθητές Του δεν ήξεραν τι έλεγαν, ή ότι άλλα έλεγαν και άλλα εννοούσαν; Τους ψευτο-προφήτες ή τους προφήτες; Είναι ξεκάθαρο πως ο γνήσιος αναζητητής της αιώνιας και σταθερής αλήθειας συντάσσεται με το μέρος της φωνής του Θεού και της αξιοπιστίας του ευαγγελικού λόγου! Δεν είναι τυχαίο που ο Χριστός χρησιμοποίησε την έκφραση ‘Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω’ (Μκ. 4,23/ Ματθ. 11,15). ‘Αυτός που έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει’! Διότι ‘πολλοί εκλήθησαν, λίγοι όμως είναι οι εκλεκτοί (αυτοί που ανταποκρίνονται)’, σύμφωνα με τον Χριστό.

…… Οι φοιτητές ευχαρίστησαν τον καθηγητή για την ευρεία ενημέρωση και απομακρύνθηκαν προς τη στάση του λεωφορείου, πενήντα μέτρα περίπου από το Πανεπιστήμιο …...

(Προδημοσίευση κεφαλαίου, του προς έκδοσιν βιβλίου μας: «Ο Ιησούς της φαντασίας και ο Χριστός της Εκκλησίας»)

Ιερά Μητρόπολις Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας, Μυκόνου, Μήλου, Σίφνου, Σερίφου, Κιμώλου, Κύθνου, Φολεγάνδρου, Σίκινου
Διεύθυνση: Στ. Βαφιαδάκη 2 Ερμούπολη, Σύρος 84100 Ελλάδα
Email: imsyrou@gmail.com, website: https://imsyrou.gr
Τηλέφωνο: +30 22810-82582, Φαξ : +30 22810-81553

 

Please fill the required field.
images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-rontis.jpg#joomlaImage://local-images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-rontis.jpg?width=122&height=100
images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image07.jpg#joomlaImage://local-images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image07.jpg?width=122&height=100
images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image05.jpg#joomlaImage://local-images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image05.jpg?width=122&height=100
images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image03.jpg#joomlaImage://local-images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image03.jpg?width=122&height=100
images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image08.jpg#joomlaImage://local-images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image08.jpg?width=122&height=100
images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image06.jpg#joomlaImage://local-images/stories/xorigoi/130x100-toheight-90-image06.jpg?width=122&height=100
Please fill the required field.
© Copyright 2024 Ιερά Μητρόπολις Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας, Μυκόνου, Μήλου, Σίφνου, Σερίφου, Κιμώλου, Κύθνου, Φολεγάνδρου, Σίκινου Back To Top