Είναι πασίδηλο το γεγονός ότι Εκκλησία μας πορεύθηκε πάντα διαλεκτικά μέσα στην ιστορία, προσλαμβάνοντας και μεταμορφώνοντας, με το λόγο της, τον κόσμο μέσα και κάτω από ποικίλες ιστορικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες.
Ο λόγος Της, ο λόγος του Θεού, ο λόγος του Ευαγγελίου, είτε εκφέρεται από το ψαράδικο της λίμνης Γεννησαρέτ, είτε από τον άμβωνα μεγαλοπρεπών ναών η παρεκκλησίων ταπεινών, αλλοτε προφορικός, άλλοτε έντυπος και σήμερα ηλεκτρονικός, παραμένει πάντοτε ο ίδιος, πάντα επίκαιρος, πάντα ρηξικέλευθος, πάντα τολμηρός.
Ο Αμβωνας έγινε προέκταση του Θυσιαστηρίου και το Θυσιαστήριο τέλος και σκοπός του Άμβωνα, ο οποίος τα νεώτερα χρόνια υψούται έναντι του Επισκοπικου θρόνου και από τον οποίο το ιερό Ευαγγέλιο απαγγέλλεται και ο θείος λόγος κηρύσσεται.
Ο άγιος Συμεών, ο Νέος θεολόγος θεωρεί ότι συμβολίζει τον αποκεκυλισμένο λίθο του Μνήματος, επί του οποίου ο άγγελος ευαγγελίστηκε στις Μυροφόρες την Ανάσταση του Κυρίου, γράφοντας ότι όπως τότε ο Άγγελος έτσι και μετέπειτα οι διάκονοι και οι ιερείς κηρύσσουν στον λαό το θείο Ευαγγέλιο.
Στα παλαιότερα χρόνια, ο Άμβωνας βρίσκονταν στην μέση του Ναού και είχε σχήμα τετράγωνο η οκτάγωνο.
Έμοιαζε με μία μικρή εξέδρα που είχε κλίμακες από την ανατολική και τη δυτική πλευρά, πάνω στον οποίο ανέβαιναν (εξ ου και η λέξη «άμβων», από το «αναβαίνω») οι Αναγνώστες και διάβαζαν τα Γραφικά Αναγνώσματα σύμφωνα με την Αποστολική Διαταγή, «μέσος ο αναγνώστης, εφ υψηλού τινος εστώς, αναγιγνωσκέτω…».
Εκείνα τα χρόνια τα παλιά το κήρυγμα γινόταν από την Ωραία Πύλη, όπως είθισται και σε πολλές περιπτώσεις στην εποχή μας.
Εκτός από τους Αναγνώστες, ο παλαιός Άμβωνας φιλοξενούσε και τους ιεροψάλτες, οι οποίοι, σύμφωνα με τον 15ο Κανόνα της Συνόδου της Λαοδικείας, ήταν οι μόνοι που εδικαιούντο να ανεβαίνουν επ’ αυτού και να προεξάρχουν της γενικής ψαλμωδίας.
Πρώτος που χρησιμοποίησε τον Άμβωνα για το κήρυγμα του θείου λόγου, προκειμένου να ακούγεται στο λαό, ήταν ο ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος, αν και ήταν γίγαντας στο ηθικό μεγαλείο το προφητικό σθένος και τη ρητορική ικανότητα, ως άνθρωπος ήταν ασθενικός, μικρόσωμος με αδύναμη φωνή.
Κατά την πυρπόληση της προϊουστινιάνειας Αγίας Σοφίας, καταστράφηκε και ο Χρυστομικός Άμβωνας, τον οποίο αντικατέστησε μεγαλοπρεπέστερο ο Ιουστινιανός.
Αναφέρεται ότι ο Άμβωνας της Αγίας Σοφίας ήταν κατασκευασμένος από όνυχα και στεγασμένος με κουβούκλιο, υψωμένος σαν πύργος προς το ανατολικό μέρος του περιλάμπρου Ναού!
Από τον Άμβωνα αυτό του Ναού της Αγίας Σοφίας, του Ναού που περικλείει και εκφράζει τα όσια και τα ιερά της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, ανακοινώνονταν κατά τα Θεοφάνεια η ημερομηνία του ερχόμενου Πάσχα, υψώνονταν τα «Τίμια Ξύλα», κατά τις εορτές της Υψώσεως και της Προόδου του Τιμίου Σταυρού και της Σταυροπροσκυνήσεως, ανακοινώνονταν νίκες, ανηγορεύονταν Πατριάρχες και εστέφονταν Αυτοκράτορες.
Ο Άμβωνας του Ιουστινιανού κατέπεσε το 558 και τον διαδέχθηκε δεύτερος, από το 563 ως το 1204, ο οποίος «είδε» την βεβήλωση του Ναού από τους Σταυροφόρους. Αυτόν διαδέχθηκε τρίτος, από το 1261 μέχρι το 1346, και τούτον τέταρτος, από το 1355 έως το 1453, από τον οποίο ο Τούρκος δερβίσης, κατ’ εντολή του Πορθητή, ανέπεμψε τη νικητήρια προσευχή, και τον οποίο διαδέχτηκε πέμπτος, τον οποίο ανήγειρε ο Σουλτάνος Μουράτ ο Δ’… (Κωνστ. Καλλινίκου «Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΛΟΥΜΕΝΑ ΕΝ ΑΥΤΩ», εν Αλεξανδρεία 1921, σελ. 113 κ.ε.)
Μέχρι να έρθει το πλήρωμα του χρόνου…..
Μέχρι, όμως, να έλθει και το πλήρωμα της ιστορίας, λόγος και ευχαριστία θα είναι πάντοτε τα δύο συστατικά του μυστηρίου της σωτηρίας.
«Πορευθέντες κηρύξατε» (Μάρκ. 16,15) ήταν η εντολή του αναστημένου Κυρίου προς τους Αποστόλους, «έργον ποίησον Ευαγγελιστού», ( Τιμόθ. Β΄, 4,5) η προτροπή του Αποστόλου Παύλου προς τον μαθητή του Τιμόθεο, «ουαί δε μοι εστί αν μη ευαγγελίζωμαι» (Α’ Κορινθ. Θ’ 16), η διαπίστωση του Αποστόλου των Εθνών!
Η Εκκλησία μας σε κάθε εποχή προβάλλει την αντιπρότασή της στα προβλήματα και τις αγωνίες των ανθρώπων, μια αντιπρόταση ζωής, επικεντρωμένη στο Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού.
Στον διψασμένο για πνευματικότητα άνθρωπο η Εκκλησία μας προσφέρει ύδωρ ζωής αιωνίου, προβάλλοντας και διακηρύσσοντας τον λόγο του Κυρίου.
Ιδιαίτερα, μάλιστα, στον άνθρωπο της εποχής μας, τον αποπροσανατολισμένο από την ταχύτητα των εξελίξεων, των αλλαγών και των πάσης φύσεως ανατροπών, τον βυθισμένο στην μοναξιά της ανωνυμίας, τον αλλοτριωμένο από τον καταναλωτισμό, τον απελπισμένο από τη διάψευση των ελπίδων του, τον αγχωμένο για το παρόν και το μέλλον του, ο οποίος χωρίς συχνά να το δείχνει αναζητά λόγο παραμυθίας, επιστηριγμού και σωτηρίας.
Γιατί η σωτηρία δεν είναι κάτι το μαγικό, δεν έρχεται με την τήρηση τύπων και τελετουργικών!
Έρχεται με την βιώση της σωτηρίας, με την συνειδητή μετάνοια και επιστροφή του ανθρώπου στην πηγή της ζωής, το Χριστό.
Αυτή είναι άλλωστε και η ευθύνη μας, το προνόμιο μας και ο Σταυρός μας, να μιλάμε με τη διδαχή και τη ζωή μας για το Χριστό, να «ψαρεύουμε» ανθρώπους για το Χριστό, να σώζουμε ανθρώπους εν Χριστώ!
Γεγονός, βέβαια, είναι ότι οι απαιτήσεις έχουν αλλάξει, οι άνθρωποι δεν έχουν πολύ χρόνο και ενίοτε ούτε και διάθεση να ακούνε πολλά ρητορικά σχήματα και συναισθηματικές εξάρσεις.
Εκείνο που θέλουν να ακούσουν είναι η πρόταση και πρόσκληση του Θεού, στην δικιά τους γλώσσα, την αυθεντική γλώσσα της καρδιάς, χωρίς προσποίηση, χωρίς βερμπαλισμούς και περιττά στολίδια, που μπορεί να εντυπωσιάζουν, αλλά καλύπτουν την ουσία και την αλήθεια!
Ο σύγχρονος άνθρωπος περιμένει να ακούσει από μας την αυθεντική τολμηρή και ρηξικέλευθη πρόταση του Χριστού για τη ζωή του, που θα φωτίζει τα σκοτάδια του και θα καθοδηγεί τα βήματα του στην κοιλάδα τούτη του κλαυθμώνος.
Το έργο τούτο με επιτυχία και νεανική ζέση διακονεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κορωνείας Παντελεήμων, ο οποίος με την εξηκονταετή περίπου κηρυκτική του δραστηριότητα και παρουσία στα ιεραποστολικά δρώμενα της Εκκλησίας, ειτε ως Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Τρίκκης και Σταγών, είτε, επί τριακονταετία κατακοσμήσας τον Άμβωνα του ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών, ειτε ως Αρχιερεύς, νάμασι θεογνωσίας αρδεύων τις ψυχές των πιστών του κλεινού Άστεως και επί δεκαετίες, ως Αρχιμανδρίτης και ως Μητροπολίτης λαμπρύνων την Πανήγυρι του ιστορικού Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της επιλεγομένης των Ψαριανών, Ερμουπόλεως, αποτελεί, για όλους έμάς τους νεωτέρους πρότυπο και κανόνα εύαγγελιζομένου την ειρήνη του Θεού!
«Κηρύξατε επί των δωμάτων» είναι ο εύστοχος τίτλος του πέμπτου κατά σειράν βιβλίου του, μετά τα «Ψήγματα», «Με όραμα και τόλμη», « Εκ του αγαθού θησαυρού» και «Επί την λυχνίαν».
Πρόκειται για ένα καλαίσθητο τόμο, με 330 σελίδες, από τις εκδόσεις «ΑΡΜΟΣ». και στο εξώφυλλο μία θαυμάσια ψηφιδωτή εικόνα του Κυρίου, από τον Ιερό Ναό της Ρωμιοσύνης, την Αγία Σοφία, που «ας την πατούν οι ξένοι! Στοιχειό είναι και μας προσκαλεί, ψυχή και μας προσμένει»!
Το βιβλίο αυτό, όπως και τα προηγούμενα, στο πρώτο μέρος του περιέχει ομιλίες που ο δεινός των λόγων ρητήρ εξεφώνησε από τον Άμβωνα του Μητροπολιτικού Ναού των Αθηνών.
Διαβάζοντάς τις, οι παλαιότεροι ξαναγινόμεθα παιδιά, μεταφερόμεθα στα χρόνια εκείνα τα παλιά, και ακούμε, μέσω του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών, μαζί με όλη την Ελλάδα τον Αρχιμανδρίτη Παντελεήμονα Καθρεπτίδη να ομιλεί, με την βροντερή και καθάρια του φωνή επί της Ευαγγελικής ή της Αποστολικής Περικοπής της ημέρας.
Η πρώτη ομιλία, όχι πιστεύουμε συμπτωματικά, αναφέρεται στην Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και στην αρρώστια της υποκρισίας, ο ιός της οποίας κατεξοχήν πλήττει τους χριστιανούς και μάλιστα αυτούς που θέλουν να θεωρούνται και να θεωρούν τους εαυτούς τους ευσεβείς.
Στη συνέχεια παρατίθενται ομιλίες για τις Κυριακές Β , Δ’ και Ε Νηστειών, την Κυριακή του Παραλύτου, τις Κυριακές Β’ και Γ’ Ματθαίου, την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, τις Κυριακές Ε’ , Η’ και Θ Λουκά, δύο ομιλίες για την Κυριακή προ των Χριστουγέννων, μία για την Πρωτοχρονιά και δύο ομιλίες, με θέμα το «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» η μία, και το ζήτημα της Γνώσεως του Θεού, η άλλη.
Σε κάθε ομιλία, ο Σεβασμιώτατος συγγραφέας και ρήτορας θίγει διαχρονικά προβλήματα της κοινωνίας και εξετάζει με απλότητα και θεολογική συνάμα ακρίβεια θέματα της πίστεως.
Πραγματεύεται για το πάντοτε φλέγον και στην εποχή μας ιδιαίτερα έντονο θέμα των σχέσεων πίστεως και επιστήμης, οραματίζεται τα μελλούμενα αγαθά της Βασιλείας του Ουρανών, μας δείχνει το δρόμο της κατανόησης του άλλου με οδοδείκτη την αγάπη, ομιλεί για την πανταχού παρουσία του Θεού και την αγωνιώδη προσπάθεια του ανθρώπου, του μεθυσμένου από την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας της επιστήμης και της τεχνολογίας, να ξεφύγει από Αυτόν, μένοντας τραγικά μόνος, ενώ ο Θεός πάντοτε και παντού τον ακολουθεί, τον καλεί και τον περιμένει…
Προβληματίζεται και για το ιδιαίτερα έντονο στην εποχή μας συναίσθημα της αγωνίας, του φόβου και της ανασφάλειας για το μέλλον και προτείνει την κατά τον άγιο Συμεών το νέο Θεολόγο «έμπρακτη αμεριμνησία» η οποία γεμίζει τον άνθρωπο δύναμη και αισιοδοξία, που του προσφέρει η εμπιστοσύνη του στο Θεό, σύμφωνα με το λόγο Του «ζητείτε πρώτον την Βασιλεία του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. 6, 31).
Τονίζει το κοινωνικό και θεολογικό περιεχόμενο της «αυταπάρνησης» του ανθρώπου στις κοινωνικές του δραστηριότητες και στις σχέσεις του με τους άλλους και με το Θεό, αναφέρεται στην ελευθερία, ως το υπέρτατο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο, αναπτύσσει την δυναμική της Εκκλησίας, ιδιαίτερα την σημερινή αντιπνευματική εποχή, στη διαρκή αντιπαλότητα συντηρητισμού και φιλελευθερισμού, ομιλεί για το μέγα θέμα της δικαιοσύνης, στις διάφορες εκφάνσεις της, στον υλικό και πνευματικό τομέα, αποδεικνύει ότι η αγάπη υπερβαίνει τους περιορισμούς του χρόνου και οδηγεί τους ανθρώπους σε ένα διαρκές αγαπητικό παρόν προς το συνάνθρωπο τους και το Θεό και μας καλεί όλους να πιαστούμε από το χέρι που μας απλώνει ο Θεός για να μας ελευθερώσει από τη μοναξιά, τη θλίψη και την κατάθλιψη.
Στη συνέχεια παραθέτει ένα σύντομο μελέτημα σχετικά με το «γενετήσιο θέμα». Πρόκειται για μία προσεκτική προσέγγιση ενός άκρως ευαίσθητου θέματος, υπό το πρίσμα της αληθινής αγάπης, της πνευματικότητας και της συμμετοχής στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, από την οποία ο άνθρωπος βιώνει την καθολική ωραιότητα της ζωής.
Στο Β' μέρος του πολύτιμου αυτού συνέκδημου παντός ενασχολουμένου με το κήρυγμα του Θείου Λόγου, αλλά και του κάθε πιστου περιλαμβάνονται περιλήψεις από ομιλίες του σε Κυριακές, Δεσποτικές και Θεομητορικές Εορτές, στη Μεγάλη Εβδομάδα και σε μνήμες Αγίων.
Στις περιλήψεις αυτές διαφαίνεται η οξύνοια, η ευστροφία και η ευστοχία του Ιεράρχου!
Με λόγο ρέοντα, σαφή, λιτό και παραστατικό, που αποδεικνύει ότι πράγματι το Λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν, συμπυκνώνει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ολοκληρωμένου κηρύγματος, έκθεση, κατήχηση, προτροπή!
Με ένα και μόνο στόχο!
Αυτόν ακριβώς που είχε και ο Χρυσορρήμων Ιωάννης: «Και γαρ ταύτας προτίθημι τας ιστορίας ουχ ίνα επαινήτε τα λεγόμενα, αλλ' ίνα μιμήσασθαι την αρετήν και την υπομονήν των γενναίων εκείνων ανδρών».
Και μία, ωσαύτως, φιλοδοξία:
«‘Έπαινος εμός δια των έργων επιδείξασθαι τα λεγόμενα· τότε εγώ ζηλωτός, τότε μακάριος ουχ όταν αποδέχησθε αλλ'όταν ποιείτε μετά προθυμίας απάσης άπερ αν ακούσητε παρ'ημών» (Ομιλία λεχθείσα εν Αντιοχεία, Πρεσβυτέρου αυτού υπάρχοντος, εν τη παλαιά εκκλησία, εις το ρητόν “οίνω ολίγω χρω” )
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κορωνείας κ. Παντελεήμων Καθεπτίδης για μία ακόμη φορά έβαψε τη γλώσσα του με το μέλι της καλλιέπειας και της ευγλωττίας και την πένα του στο μελάνι της πίστης του προς το θεό και της αγάπης του προς τον άνθρωπο και μας προσέφερε ένα πέμπτο κατά σειράν ευώδες κανιστρο ομιλιών!
Ευχόμεθα ο Κύριος, δια πρεσβειών της Μεγαλόχαρης Υπεραγίας Θεοτόκου, να τον τηρεί υπό την Σκέπη και την Προστασία Του πάντοτε καινό, υγιή, ασφαλή και δυνατό υψιπέτη του πνεύματος και της αληθείας Του αετό.
† Ο ΣΥΡΟΥ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Β΄
(https://www.romfea.gr/oi-biblioparousiaseis/39595-bibliokritiki-kirujate-epi-ton-domaton)